Η υγρή χρωματογραφία υψηλής πίεσης είναι μια σχετικά σύγχρονη αναλυτική τεχνική για τον διαχωρισμό, τον εντοπισμό και τον ποσοτικό προσδιορισμό κάθε επιμέρους συστατικού σε ένα μείγμα.
Η αρχή διαχωρισμού του HPLC βασίζεται στην κατανομή της αναλυτέας ουσίας (δείγμα) μεταξύ μιας κινητής φάσης (eluent) και μιας στατικής φάσης (υλικό συσκευασίας της στήλης). Ανάλογα με τη χημική δομή της αναλυτέας ουσίας, τα μόρια καθυστερούν ενώ περνούν τη στατική φάση. Οι συγκεκριμένες αλληλεπιδράσεις μεταξύ των μορίων ενός δείγματος και του υλικού συσκευασίας καθορίζουν το χρόνο τους “στη στήλη”. Έτσι, διάφορα συστατικά ενός δείγματος εκλούονται σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται ο διαχωρισμός των συστατικών του δείγματος. Μια μονάδα ανίχνευσης (π.χ. ανιχνευτής UV) αναγνωρίζει τις αναλυτέες ενώσεις μετά την έξοδο από τη στήλη. Τα σήματα μετατρέπονται και καταγράφονται σε χρωματογράφημα.
Αυτά είναι τα εναπομένοντα μέρη αυτού που πιστεύεται ότι ήταν το πρώτο HPLC του τύπου αυτού που ήλθε στην Κύπρο στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Αυτός ο αναλυτής υγρής χρωματογραφίας υψηλής πίεσης κατασκευάστηκε στη Γερμανία και ήταν ο τύπος «gradient» (κλίσης), καθώς χρησιμοποιούσε δύο αντλίες, ώστε η αναλογία των δύο διαλυτών να μπορεί να ποικίλει κατά βούληση χωρίς να χρειάζεται να υπάρχουν ξεχωριστά διαλύματα με διαφορετικές αναλογίες. Δυστυχώς, μόνο μερικά από τα μέρη του παραμένουν μέχρι σήμερα, αλλά η πιο κάτω εικόνα δείχνει πώς έμοιαζε όταν ήταν σε λειτουργία.
Αυτό το HPLC σύστημα αποτελείτο από τα πιο κάτω: δοχεία με τους διαλύτες (δεν φαίνονται στην πιο κάτω φωτογραφία) δύο αντλίες, προγραμματιστή, μια βαλβίδα εισαγωγής του δείγματος, ένα περίβλημα στήλης με ένα μεγάλο καπάκι στο επάνω μέρος του οποίου συνδεόταν η απαιτούμενη στήλη, μια μονάδα ανιχνευτή UV και μια μονάδα επεξεργασίας δεδομένων (ολοκληρωτής/καταγραφέας. Οι αντλίες αντλούσαν συγκεκριμένες ποσότητες των διαλυτών και τις περνούσαν σε υψηλή πίεση μέσω της στήλης. Ο διαλύτης (eluent) μεταφερόταν από τις αντλίες σε υψηλή πίεση και σταθερή ταχύτητα μέσω του συστήματος. Η αναλυτέα ουσία (δείγμα) σε διάλυμα γνωστής συγκέντρωσης εγχεόταν στο σύστημα με ειδική σύριγγα μέσω της βαλβίδας έγχυσης.