Η φασματοσκοπία χρησιμοποιεί φως για να καθορίσει την απορροφητικότητα μιας ουσίας. Με απλά λόγια, η τεχνική χαρτογραφεί την αλληλεπίδραση μεταξύ φωτός και ύλης και κάνει μετρήσεις. Καθώς η ύλη απορροφά το φως υφίσταται διέγερση, η οποία παράγει αυτό που είναι γνωστό ως φάσμα. Αυτό επιτρέπει τη μέτρηση του ρυθμού με τον οποίο μια δέσμη φωτός αποδυναμώνεται μετά τη διέλευση μέσα από μια ουσία.
Ο νόμος Beer-Lambert ορίζει ότι υπάρχει γραμμική σχέση μεταξύ της συγκέντρωσης και της απορρόφησης ενός διαλύματος, η οποία επιτρέπει τον υπολογισμό της συγκέντρωσης του διαλύματος μετρώντας την απορρόφησή του.
Αυτό το όργανο λειτουργεί ακριβώς όπως κάθε άλλο φασματοφωτόμετρο, ωστόσο συνδυάζει τις αναλυτικές δυνατότητες ενός ευρύτερου φάσματος καθώς χρησιμοποιεί Υπεριώδεις, Ορατές και Εγγύς Υπέρυθρες συχνότητες. Το φασματοφωτόμετρο αυτό χρησιμοποιούταν σε δοκιμές διαλυτότητας δισκίων και καψουλών για να μετρηθεί η ποσότητα δραστικού συστατικού που διαλύθηκε σε ένα δεδομένο χρονικό διάστημα, και ήταν συνδεδεμένο με έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή. Το υγρό που θα αναλυόταν αφαιρείτο αυτόματα από κάθε δοχείο με περιστατική αντλία η οποία στη συνέχεια επέστρεφε το υγρό στο ίδιο δοχείο δια μέσω εξειδικευμένων πλαστικών σωλήνων. Αυτή η ρύθμιση είχε δύο τεράστια πλεονεκτήματα σε σύγκριση με τη χειροκίνητη μέθοδο:
1) Μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία προφίλ διαλυτότητας με πολλά διαστήματα δειγματοληψίας (χρονικά σημεία) για παρατεταμένο χρονικό διάστημα (συνήθως έως 12 ή ακόμη και 24 ώρες) χωρίς να είναι αναγκαία η παρουσία αναλυτή (ή αναλυτών ) για να πάρουν δείγμα με το χέρι .
2) Αφαίρεσε την ανάγκη να ληφθεί μαθηματικά υπόψη η ποσότητα υγρού που αφαιρείται από κάθε δοχείο σε κάθε στάδιο δειγματοληψίας, προκειμένου να υπολογιστεί η συγκέντρωση του δραστικού συστατικού, όπως συνέβαινε με τη χειροκίνητη μέθοδο.
Αυτή η μέθοδος χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα με πιο σύγχρονα όργανα και υπολογιστές.